δημαρχείο

δημαρχείο
το
το κτίριο που στεγάζει τις δημοτικές αρχές.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • δημαρχείο — το το κτήριο στο οποίο στεγάζονται οι δημοτικές αρχές και υπηρεσίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < δήμαρχος. Η λ. μαρτυρείται από το 1832 στον Κ. Κούμα] …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • σιένα — (Siena). Πόλη (57 745 κάτ.) της Ιταλίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (3821 τ. χλμ.), στην Τοσκάνη, από τις πλουσιότερες της χώρας σε καλλιτεχνικούς θησαυρούς. Στα τείχη που την περιβάλλουν σώζονται άθικτες σχεδόν οι αρχαίες πύλες. Αν και από …   Dictionary of Greek

  • Άσκολι Πιτσένο — (Ascolli Piceno). Πόλη (50.000 κάτ. το 2002) της Ιταλίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού. Πρόκειται για την αρχαία πόλη Άσκολουμ (Ascolum), που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ρωμαϊκής ιστορίας από το 91 έως το 89 π.Χ., κατά τη διάρκεια… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Βακαρίνι, Τζοβάν Μπατίστα — (GiovanBatista Vaccarini, Παλέρμο 1702 – 1768). Ιταλός αρχιτέκτονας, γνωστός για την ικανότητά του να κατασκευάζει επιστημονικά όργανα από νεαρή ηλικία. Αργότερα έγινε κληρικός και το 1730 εγκαταστάθηκε στην Κατάνη, όπου συνεργάστηκε για την… …   Dictionary of Greek

  • Βέλγιο — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Συνορεύει Β και ΒΑ με την Ολλανδία, Α με τη Γερμανία, ΝΑ με το Λουξεμβούργο, Ν με τη Γαλλία, ενώ ΒΔ βρέχεται από τη Βόρεια θάλασσα.Το κράτος του Β. (που τα σημερινά σύνορά του σε γενικές… …   Dictionary of Greek

  • Βιέννη — (Wien). Πόλη και κρατίδιο (415 τ. χλμ., 1.562.676 κάτ. το 2001) της βορειοανατολικής Αυστρίας, πρωτεύουσα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Αυστρίας. H Β. βρίσκεται σε υψόμετρο 170 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και εκτείνεται μεταξύ της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”